(“στη μέση των πραγμάτων”)
Διηγούνται ότι τον περασμένο αιώνα ένα Ισπανικό πλοίο που μετέφερε μετανάστες, εξώκειλε σ’ ένα ακατοίκητο νησί του Ειρηνικού, μακρυά από κάθε γραμμή συγκοινωνίας.
Το έδαφος του νησιού ήταν γόνιμο και έτσι οι ναυαγοί αποφάσισαν να καλλιεργήσουν τους σπόρους (σιτηρά, όσπρια κ.ά.), που υπήρχαν άφθονα στο πλοίο τους. Έτσι θα μπορούσαν να διατραφούν το χειμώνα, ώσπου να διορθωθούν οι βλάβες του καραβιού που θ’ απαιτούσαν αρκετούς μήνες.
Καθώς όμως προχωρούσαν εξερευνώντας το εσωτερικό του νησιού, ανακάλυψαν ένα πλούσιο κοίτασμα χρυσού. Αμέσως όλοι άρχισαν να σκάβουν, μαζεύοντας σε σωρούς το χρυσάφι. Πέρασαν έτσι οι πρώτες βδομάδες και μήνες.
Τ’ αποτελέσματα υπήρξαν μοιραία. Οι τροφές εξαντλήθηκαν, ο χειμώνας άρχισε και κάθε καλλιέργεια ήταν πλέον αδύνατη. Όλοι έγιναν σαν σκελετοί από την πείνα και το χειμωνιάτικο κρύο τους σώριασε νεκρούς, ανάμεσα στους σωρούς των θησαυρών τους. Έπεσαν θύματα της πλεονεξία τους.
Πόσες φορές η ιστορία τούτη επαναλαμβάνεται στην καθημερινή μας ζωή! Η ζωή, σαν άλλο απατηλό χρυσορυχείο, με τις μέριμνες και τις πολλές της φροντίδες, απορροφάει πολλές φορές κάθε ικμάδα της ανθρώπινης δραστηριότητός μας, χωρίς να επιτρέπει στη ψυχή να σκεφθή για το μέλλον.
Οι σπουδές μας που πρέπει να ολοκληρωθούν, το σπίτι που πρέπει να χτιστή, η προίκα της κόρης που πρέπει να ετοιμαστή, είναι τα πράγματα στα γινώμαστε δούλοι και που μας αποκλείουν από το κήρυγμα, τη Βιβλική μας μελέτη, την επικοινωνία μας με το Θεό. Είσαμε που ‘ρχεται η βαρυχειμωνιά, όπου η καρδιά μας σκληρύνεται, με τελικό θλιβερό κατάντημα τη μοιραία πτώση μας ανάμεσα στα πράγματα, που γίνονται τώρα οι κατήγοροί μας μπροστά στη δίκαιη κρίση του Θεού.
Γι’ αυτό ο Λόγος του Θεού συμβουλεύει: «ΜΗ θησαυρίζετε για να ‘χετε θησαυρούς πάνω στη γη, όπου το σκουλήκι και η σκουριά τους αφανίζουν, και όπου κλέφτες διατρυπούν και κλέβουν’ αλλά θησαυρίζετε για να ‘χετε θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε σκουλήκι ούτε σκουριά αφανίζουν και όπου κλέφτες δεν διατρυπούν ούτε κλέβουν» (Κατά Ματθαίον ς’ 19).
ΜΙΛΤ. Δ. ΑΓΓΕΛΑΤΟΣ
«Αυτά που μου ‘πε η ζωή» Αθήνα, 1950
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου